-
1 ὅπως
a how introducing object cl.I c. aor. ind.κατέφρασεν, ὁπᾷ ἔθυε, καὶ πενταετηρίδ' ὅπως ἄρα ἔστασεν ἑορτὰν O. 10.56
II c. fut. ind. οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει βροτέᾳ φρενί fr. 61. 3.III c. aor. opt.ὄφρα ἐν φρασὶ πάξαιθ' ὅπως σφίσι μὴ κοίρανος ὀπίσω πάλιν οἴκαδ Μέμνων μόλοι N. 3.62
b = ὡς, in comparison, like ἔλαμψαν δ' ἀελίου δέμας ὅπῳ[ς] ἀγλαὸν ἐς φάος ἰόντες δίδυμοι παῖδες (supp. Maas: ὁπό[τ] G-H) Pae. 12.14 -
2 λάμπω
1 shine τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου τὰν ἐνθάδε νύκτα κάτω Θρ.. 1. ἱππεύει πυρσῷ κατάκομος λάμποντι (sc. Ἥλιος) ?fr. 356. met.,λάμπει δέ οἱ κλέος ἐν Πέλοπος ἀποικίᾳ O. 1.23
λάμπει δὲ σαφὴς ἀρετὰ I. 1.22
ἀλλ' ἀνεγειρομένα χρῶτα λάμπει, Ἀοσφόρος θαητὸς ὣς ἄστροις ἐν ἄλλοις (sc. φάμα παλαιά) I. 4.23 ἔλαμψαν δ' ἀελίου δέμας ὅπως ἀγλαὸν ἐς φάος ἰόντες δίδυμοι παῖδες (Π̆{S}: ἔλαμψε Π.) Πα. 12. 1. λάμπει δὲ χρόνῳ ἔργα μετ' αἰθέῤ ἀερθέντα fr. 227. 2.
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский